
Να είναι αυτό; Από τη μια η λατέρνα με την πατίνα του παλιού και χαμένου και από την άλλη η ανοιχτή, επαναλαμβανόμενη κι ‘ατελείωτη’ μελωδία; Αυτά είναι που δίνουν το αίσθημα του ανικανοποίητου και των ‘Χαμένων Ονείρων;’ Το πάντρεμα ενορχήστρωσης και αισθήματος θα το δικαιολογούσε: Όταν η ορχήστρα παίζει κρεσέντο το "ανικανοποίητο" γίνεται πιο ισχυρό, πιο επιβλητικό, σχεδόν επικό – και όταν όλα ησυχάζουν μοιάζεις να μην το σκέφτεσαι, ενώ αυτό σιγοκαίει μέσα σου βασανιστικά σαν τ’ απαλά πλήκτρα του πιάνου.
Αυτή η παιδικότητα φαντασίας και ανικανοποίητου διαπερνά το έργο – μια αίσθηση ξένη στην τετράγωνη καθημερινότητα. Εδώ, κάθε κύκλος αποδίδεται ορχηστικά δηλώνοντας πως είναι χωρίς κατάληξη, πως εμπεριέχει το δικό του νόημα. Ίσως, και τη δική του φαντασίωση. Και όριο ζωής της κάθε φαντασίωσης, είναι ο κάθε της κύκλος. Και όλοι οι κύκλοι μαζί, στην πραγματικότητα, είναι απελπιστικά όμοιοι. Ένας μονότονος πόνος από ένα χαμένο όνειρο; Μια αλυσίδα χαμένων ονείρων που αφήνουν την ίδια γεύση; Διαλέγετε και παίρνετε. Θα έλεγα: ανάλογα με τη στιγμή.
Ενθυμούμενος τον παιδικό παράδεισο γεύεσαι ξανά τον αυτόν τον παράδεισο ή την κόλαση του μεγάλου; Κυριαρχεί το όνειρο ή το χάσιμό του; Η απάντηση δεν είναι εύκολη - ίσως και να μην υπάρχει.Καθώς ο κόσμος τελειώνει μια βραδιά και το φεγγάρι από πάνω τον κάνει να εύχεται κρυφά: ‘μακάρι να είχα κι άλλο’...)